Η Διαμεσολάβηση είναι μία εξωδικαστική διαδικασία, στην οποία γίνεται προσπάθεια να επιλυθεί μία διαφορά. Δύο ή και περισσότερα πρόσωπα, τα οποία καλούμε «μέρη», προσπαθούν να επιλύσουν την διαφορά που έχουν μεταξύ τους, με την βοήθεια του διαμεσολαβητή. Τα μέρη μπορεί να είναι είτε φυσικά πρόσωπα (άτομα) είτε νομικά πρόσωπα (εταιρίες, σωματεία, ομάδες κ.λ.π). Η Διαμεσολάβηση αφορά αποκλειστικά και μόνον τις υποθέσεις Αστικού Δικαίου και όχι Ποινικού. Συμμετέχουν οι διαφωνούντες, υποχρεωτικώς οι δικηγόροι τους και ορισμένες φορές και τρίτα πρόσωπα και διεξάγεται στο γραφείο του διαμεσολαβητή ή με τηλεδιάσκεψη.
Ως διαδικασία δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την γνωστή διαδικασία που ακολουθείται στις δίκες (δικαστής, γραμματέας, μάρτυρες, καταθέσεις κλπ). Δεν υπάρχει δικαστής, δεν υπάρχουν μάρτυρες, δεν υπάρχει γραμματέας και δεν τηρούνται πρακτικά. Τα άτομα που έχουν μια διαφορά, δεν ονομάζονται πλέον αντίδικοι, αλλά «μέρη που διαφωνούν». Ανά πάσα στιγμή μπορεί οποιοδήποτε από τα μέρη να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, χωρίς καν να δικαιολογηθεί και χωρίς αυτό να έχει κάποια συνέπεια.
Η καινοτόμος αυτή διαδικασία παρέχει στα μέρη την εξουσία να επιλύσουν μόνα τους την διαφορά τους, θέτοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις που τα ίδια επιθυμούν. Το πρακτικό θα που συνταχθεί (Πρακτικό Επίτευξης Συμφωνίας Διαμεσολάβησης) συνιστά τίτλο εκτελεστό και προσφέρει στα μέρη άμεση επίλυση της διαφοράς, μειωμένο κόστος και προστασία από την δημοσιοποίηση του ιδιωτικού τους βίου στις δικαστικές αίθουσες.
Έχοντας αντιληφθεί πλήρως την ανάγκη ταχείας επίλυσης των διαφορών και κυρίως την προστασίας του ιδιωτικού βίου, διεξάγουμε διαμεσολαβήσεις (εκούσιες και υποχρεωτικές) στον χώρο μας, με αμεροληψία, ουδετερότητα, εχεμύθεια και ενσυναίσθηση.