Αρθρογραφία

Δικηγορικό Γραφείο Καβάλα > Αρθρογραφία  > Ενδοοικογενειακή βία. Άδηλη εγκληματικότητα

Ενδοοικογενειακή βία. Άδηλη εγκληματικότητα

Ο γάμος, η ελεύθερη ένωση ή ο δεσμός δύο ανθρώπων και η απόκτηση παιδιών δεν μπορεί παρά να είναι έννοιες ασυμβίβαστες με τη βία. Ωστόσο, αποτελεί κοινό τόπο ότι όταν κλείνουν το βράδυ οι πόρτες των νοικοκυριών, μια διάφορη από την –φαινόμενη– πραγματικότητα εκτυλίσσεται στους κόλπους αρκετών οικογενειών. Η βία, ως συμπεριφορά, διαβρώνει την ουσία των ανθρώπινων σχέσεων και τις εμποτίζει με πόνο, θλίψη και απομόνωση. Πολύ δε περισσότερο, όταν αυτό συμβαίνει μεταξύ ατόμων που ανήκουν στο ίδιο οικογενειακό περιβάλλον. Εξ αυτού του λόγου, η άσκηση βίας μεταξύ αυτού του κύκλου ανθρώπων απέκτησε νομική υπόσταση και αναφέρεται πλέον στον Νόμο ως «ενδοοικογενειακή βία».

Πρόκειται περί βίας που δεν διακρίνει φύλο, χρώμα, κοινωνικό ή οικονομικό επίπεδο. Στην πραγματικότητα ωστόσο, το σύνηθες θύμα είναι η γυναίκα. Από τα στατιστικά στοιχεία του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας προκύπτει ότι από το 2014 μέχρι και το 2017 έχουν σημειωθεί περισσότερα από 13.700 περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, με τις γυναίκες να αποτελούν περίπου το 70% των θυμάτων.

Με τον Νόμο 1329/1983 το Οικογενειακό Δίκαιο εκσυγχρονίστηκε με γνώμονα την αρχή της ισότητας των δύο φύλων. Ωστόσο, αυτός ο εκσυγχρονισμός δεν συνοδεύτηκε με αντίστοιχη θεσμοθέτηση ποινικών κυρώσεων. Εν ολίγοις, δεν ψηφίστηκαν ειδικοί νόμοι ούτε για την προστασία των θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας ούτε για την ποινική μεταχείριση των δραστών της. Έτσι, για την ενδοοικογενειακή βία μέχρι το 2006 ίσχυε ό,τι και για κάθε βία, χωρίς διάκριση. Μια απλή σωματική βλάβη ή μια απειλή είχαν την ίδια απαξία, είτε τελούνταν εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος είτε εκτός.

Η ανάγκη όμως για προστασία των μελών της οικογένειας από πράξεις ενδοοικογενειακής βίας οδήγησαν, έστω και καθυστερημένα, την Ελληνική Βουλή στην ψήφιση του ειδικού ποινικού νόμου «για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας» (ν. 3500/2006).

Η ψήφιση όμως του ν. 3500/2006 δεν ήταν αρκετή για να οδηγήσει τα θύματα στην καταγγελία πράξεων ενδοοικογενειακής βίας. Τα θύματα στην πλειονότητά τους εξακολουθούν να βλέπουν την καταγγελία ως ταμπού. Διακατέχονται από φόβο, ντροπή, έχουν έλλειψη αυτοεκτίμησης και, ακόμη χειρότερα, αισθάνονται ενοχές διότι δήθεν ευθύνονται για ό,τι τους συνέβη. Το αποτέλεσμα είναι να αποφεύγουν να καταγγείλουν την αξιόποινη πράξη. Στις περιπτώσεις δε, που την καταγγέλλουν και η υπόθεση φθάνει να δικαστεί στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, πολλές φορές το θύμα πιεζόμενο ψυχολογικά ανασκευάζει την αρχική του κατάθεση με σκοπό την ειρήνευση των σχέσεών του με τον θύτη και η υπόθεση κλείνει άνευ συνεπειών με την έκδοση αθωωτικής απόφασης.

Στην ενδοοικογενειακή βία επικρατεί η αρχαιοελληνική παροιμία «τα εν οίκω μη εν δήμω», αντίληψη που πρέπει να καταπολεμηθεί, καθώς αυτού του είδους η βία δεν είναι ιδιωτική υπόθεσηΣυνιστά σοβαρή κοινωνική παθογένεια που παραβιάζει ατομικές ελευθερίες, κυρίως των γυναικών, οι οποίες και πλήττονται σε μεγάλο βαθμό, όπως άλλωστε περιγράφεται και στην αιτιολογική έκθεση του Νόμου.

Χωρίς ίχνος υπερβολής σε κάθε σχεδόν περίπτωση ανώμαλης εξέλιξης  έγγαμης συμβίωσης (διαζύγιο) γινόμαστε μάρτυρες (ως γείτονες, λειτουργοί, περαστικοί, συγγενείς) περιστατικών βίας, τα οποία εκδηλώνονται με ποικίλες μορφές, όπως λεκτικές, ψυχολογικές, σωματικές, σεξουαλικές κ.ά. Το θύμα κατά κανόνα δεν μιλάει, κλείνεται στον εαυτό του, αισθάνεται ότι ακόμη και αν καταγγείλει τη βία, δεν θα προστατευθεί και θα αντιμετωπίσει τα χειρότερα. Υποστηρικτικές δομές υπάρχουν, οι οποίες όμως δεν επαρκούν και ως εκ τούτου απαιτείται να αυξηθούν βελτιώνοντας κυρίως τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά.

Τι πρέπει να γνωρίζουμε για την ενδοοικογενειακή βία

Πρόκειται για βία μεταξύ μελών της ίδιας οικογένειας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 3500/2006. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνει συζύγους, πρόσωπα που συνδέονται με σύμφωνο συμβίωσης, γονείς και συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και τα εξ υιοθεσίας τέκνα τους. Επίσης, στην οικογένεια περιλαμβάνονται, εφόσον συνοικούν, συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τέταρτου βαθμού και πρόσωπα των οποίων επίτροπος, δικαστικός παραστάτης ή ανάδοχος γονέας έχει ορισθεί μέλος της οικογένειας, καθώς και κάθε ανήλικο πρόσωπο που συνοικεί στην οικογένεια.  Τέλος, οι διατάξεις του ν. 3500/2006 εφαρμόζονται και στους μόνιμους συντρόφους και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, στους τέως συζύγους, στα μέρη συμφώνου συμβίωσης που έχει λυθεί, καθώς και στους τέως μόνιμους συντρόφους.

Ποια αδικήματα περιλαμβάνει

Κατ’ αρχάς, μια σειρά πλημμεληματικών ενδοοικογενειακών πράξεων, όπως α) απλή σωματική βλάβη και εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη που προξενείται από συνεχή συμπεριφορά, β) επικίνδυνη σωματική βλάβη, γ) σωματική βλάβη σε βάρος εγκύου ή σε βάρος μέλους της οικογένειας, το οποίο, από οποιαδήποτε αιτία, είναι ανίκανο να αντισταθεί, δ) σωματική βλάβη τελεσθείσα ενώπιον ανήλικου μέλους της οικογένειας, ε) παράνομη βία, στ) παράνομη απειλή, η) προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, θ) προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας σε βάρος ανηλίκου και ι) παρακώλυση της απονομής της δικαιοσύνης.

Επιπλέον, περιλαμβάνει μια σειρά κακουργηματικών ενδοοικογενειακών πράξεων, όπως α) βαριά σωματική βλάβη (κάθειρξη 5-10 έτη), με επίταση της ποινής «αν ο υπαίτιος επεδίωκε ή γνώριζε και αποδέχθηκε το αποτέλεσμα της πράξης» (κάθειρξη 5-15 έτη), β) βασανιστήρια (κάθειρξη 5-15 έτη) με επίταση της ποινής «αν το θύμα είναι ανήλικος» (κάθειρξη 10-15 έτη), γ) βιασμός εντός γάμου (κάθειρξη 5-15 έτη), δ) κατάχρηση σε ασέλγεια εντός γάμου (κάθειρξη 5-10 έτη) και ε) κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια.

Προστασία ανηλίκων

Ο Νόμος πρωτοπορεί στην αντιμετώπιση των ανηλίκων ως θυμάτων οικογενειακής βίας, μιας και μόνον η παρουσία τους («ενώπιον τους») κατά την τέλεση αδικημάτων ενδοοικογενειακής βίας αρκεί να τους προσδώσει την ιδιότητα του θύματος. Επιπλέον, η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη που τελείται ενώπιον ανηλίκου συνιστά διακεκριμένη παραλλαγή με αυξημένη ποινή.

Ιδιαίτερα σημαντικής αξίας πρόβλεψη είναι και αυτή που ορίζεται στο άρθρο 23. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η υποχρέωση των εκπαιδευτικών να ανακοινώνουν στον διευθυντή της σχολικής μονάδας κάθε πληροφορία ή διαπίστωση διάπραξης σε βάρος μαθητή ενδοοικογενειακής βίας, ο δε διευθυντής υποχρεούται να ανακοινώσει την αξιόποινη πράξη στον αρμόδιο εισαγγελέα.

Η ποινική δίωξη

Η ποινική δίωξη των αδικημάτων ενδοοικογενειακής βίας κινείται  αυτεπαγγέλτως, ενώ δεν απαιτείται παράβολο για την υποβολή έγκλησης (σημειώνεται ότι ήδη από 01.07.2019 καταργήθηκε η υποχρέωση πληρωμής παραβόλου ως προϋπόθεση παραδεκτού της εγκλήσεως), επιπλέον δε, εις βάρος του υπαιτίου εφαρμόζεται η αυτόφωρη διαδικασία.

Αστικές αξιώσεις

Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί κατά τεκμήριο ισχυρό λόγο κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης, ενώ το θύμα της ενδοοικογενειακής βίας δικαιούται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη των χιλίων ευρώ (1.000,00€), εκτός αν το θύμα ζητήσει λιγότερο.

Σε περίπτωση που ασκείται σωματική βία σε βάρος ανηλίκου, ως μέσου σωφρονισμού στο πλαίσιο της ανατροφής του, εφαρμόζεται το άρθρο 1532 του Α.Κ., δηλαδή το Δικαστήριο μπορεί να αφαιρέσει από τους γονείς ή τον γονέα την γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου του.

Σημειωτέον ότι η 30η Απριλίου κάθε έτους ορίζεται ως ημέρα κατά της σωματικής τιμωρίας ανηλίκων.

Τέλος, το δικαστήριο, στα πλαίσια προσωρινής ρύθμισης κατάστασης με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, μπορεί σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας να διατάξει ιδίως την απομάκρυνση του θύτη από την οικογενειακή κατοικία ή τη μετοίκησή του, την απαγόρευσή του να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή εργασίας του θύματος, τις κατοικίες στενών συγγενών, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και τους ξενώνες φιλοξενίας.

Πάντως, τα πιο πάνω περιοριστικά μέτρα μπορούν να διατάξουν τόσο το ποινικό δικαστήριο που δικάζει την ενδοοικογενειακή βία όσο και ο ανακριτής, το δικαστικό συμβούλιο ή ο εισαγγελέας που επιλήφθηκε της  υποθέσεως.

Τι είναι ποινική διαμεσολάβηση

Η ποινική διαμεσολάβηση εισήχθη στην χώρα μας το έτος 2006 και αποτέλεσε καινοτομία για το ποινικό μας σύστημα. Ο στόχος της είναι η  διευκόλυνση των θυμάτων να αναζητήσουν βοήθεια από την πολιτεία, χωρίς η καταγγελία τους να τα εμπλέξει άμεσα στην ποινική διαδικασία. Επιπλέον, τους παρέχεται η δυνατότητα να μετέχουν σε μια διαδικασία που σκοπό θα έχει να τους βοηθήσει να συζητήσουν και να θέσουν τέρμα στις σχετικές συμπεριφορές με την βοήθεια ενός αμερόληπτου τρίτου.

Προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας ποινικής διαμεσολάβησης είναι η υποβολή ανεπιφύλακτης δήλωσης εκ μέρους του προσώπου στο οποίο αποδίδεται η τέλεση του εγκλήματος (δηλαδή, δήλωση του φερόμενου δράστη), ότι είναι πρόθυμο σωρευτικά: α) να υποσχεθεί ότι δεν θα τελέσει στο μέλλον οποιαδήποτε πράξη ενδοοικογενειακής βίας (λόγος τιμής) και ότι σε περίπτωση που συνοικεί με το θύμα, δέχεται να μείνει εκτός οικογενειακής κατοικίας για εύλογο χρονικό διάστημα, εάν το προτείνει το θύμα, β) να παρακολουθήσει ειδικό συμβουλευτικό – θεραπευτικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας σε δημόσιο φορέα, σε όποιον τόπο και για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται τούτο αναγκαίο από τους αρμόδιους θεραπευτές. Ο υπεύθυνος του προγράμματος πιστοποιεί την ολοκλήρωση της παρακολούθησής του. Το σχετικό πιστοποιητικό επισυνάπτεται στο φάκελο της δικογραφίας. Αναφέρονται σε αυτό, αναλυτικά, το αντικείμενο του συμβουλευτικού – θεραπευτικού προγράμματος και ο αριθμός των συνεδριών που παρακολούθησε ο ενδιαφερόμενος. Σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης της παρακολούθησης του προγράμματος, διακόπτεται η διαδικασία, ο εισαγγελέας ανασύρει την δικογραφία από τον αρχείο και συνεχίζεται κανονικά η ποινική διαδικασία. γ) να άρει ή να αποκαταστήσει, εφόσον είναι δυνατόν, αμέσως τις συνέπειες που προκλήθηκαν από την πράξη και να καταβάλει εύλογη χρηματική ικανοποίηση στον παθόντα.

Σημειωτέον, ότι η ποινική διαμεσολάβηση αφορά πράξεις ενδοοικογενειακής βίας που διώκονται σε βαθμό πλημμελήματος.

Τήρηση εχεμύθειας και συμπαράσταση

Οι αστυνομικές αρχές που διενεργούν προανάκριση για υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας απαγορεύεται να ανακοινώνουν το ονοματεπώνυμο του θύματος και του κατηγορουμένου, την διεύθυνση κατοικίας τους, καθώς και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η ταυτότητά τους, απειλώντας μάλιστα τους παραβάτες με ποινή φυλακίσεως μέχρι δύο ετών. Οι αστυνομικές αρχές οφείλουν, εφόσον το ζητήσει το θύμα, να ενημερώσουν τους αρμόδιους φορείς που λειτουργούν για την ηθική και υλική συμπαράσταση των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, ούτως ώστε να παρασχεθεί η αναγκαία αρωγή.

Εν κατακλείδι

Η πολιτεία μέσω του ποινικού μηχανισμού της παρέχει επαρκές κατασταλτικό μηχανισμό αντιμετώπισης του κοινωνικού φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας, με δυνατότητα πάντοτε βελτίωσής του. Είναι σαφές, ότι ως κοινωνία οφείλουμε να δώσουμε σε αυτά τα θύματα φωνή, ώστε η άδηλη αυτή εγκληματικότητα να καταστεί δηλωμένη. Ο στόχος δεν είναι άλλος από την προάσπιση των αρχών της ελευθερίας, της αυτοδιάθεσης και της αξιοπρέπειας του ατόμου, ώστε να ενισχυθεί η αρμονική συμβίωση των προσώπων στα πλαίσια της οικογένειας, όπως άλλωστε ρητώς αναφέρεται στο προοίμιο της αιτιολογικής εκθέσεως του όμου.

Δημοσιεύτηκε στο kavalapost.gr

Φωτογραφία: kavalapost.gr