Νομολογία

Δικηγορικό Γραφείο Καβάλα > Νομολογία  > Μειωμένος καταλογισμός του δράστη [Μον. Πλ. Καβ.]

Μειωμένος καταλογισμός του δράστη [Μον. Πλ. Καβ.]

Μειωμένος καταλογισμός του δράστη – Πολλαπλή χρήση ναρκωτικών ουσιών – Ψυχικές Διαταραχές – Διατάραξη  πνευματικών λειτουργιών – Σημαντική μείωση της ικανότητας για καταλογισμό- Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Καβάλας δέχθηκε τον αυτοτελή ισχυρισμό του κατ/νου, τον οποίο εκπροσώπησε το γραφείο μας, περί μειωμένης ικανότητας καταλογισμού (άρθρο 36 ΠΚ).

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕ ΑΡ.1778/2023 ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΚΑΒΑΛΑΣ

«Κατά το άρθρο 34 ΠΚ, η πράξη δεν καταλογίζεται στο δράστη αν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή διατάραξης της συνείδησης κατά το χρόνο τέλεσής της, δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψη του για το άδικο αυτό, κατά δε το άρθρο 36 παρ. 1 του αυτού Κώδικα, αν εξαιτίας κάποιας από τις ψυχικές καταστάσεις που αναφέρεται στο άρθρο 34 δεν έχει εκλείψει εντελώς, μειώθηκε όμως σημαντικά η ικανότητα για καταλογισμό, επιβάλλεται μειωμένη ποινή. Κατά την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4619/2019 που κύρωσε το νέο ΠΚ στο άρθρο 34 έχουν ενταχθεί τρεις κατηγορίες δραστών. Εκείνοι που έχουν κάποια ψυχική ή διανοητική διαταραχή ή διατάραξη της συνείδησης για οποιοδήποτε λόγο (όπως κωφαλαλία ή μέθη αντίστοιχα). Για την άρση του καταλογισμού υιοθετείται το μικτό σύστημα, με βάση το οποίο δεν αρκεί η συνδρομή των πιο πάνω βιολογικών όρων, αλλά απαιτείται σε κάθε περίπτωση να διαπιστωθεί και η συνδρομή του αξιολογικού όρου, απαιτείται δηλαδή να διαπιστωθεί ότι ο δράστης, εξαιτίας της κατάστασης στην οποία βρισκόταν κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψη για το άδικοι αυτό. Κατά τις διατάξεις αυτές, ως διανοητική διαταραχή νοείται κάθε μορφής παραφροσύνη ή φρενοπάθεια ή ολιγοφρένεια που προέρχεται από παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου, ως ψυχική διαταραχή νοείται κάθε μορφής διαταραχή, η οποία δεν συνδέεται με παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου και ως διατάραξη της συνείδησης νοείται κάθε μορφή ψυχική διαταραχή, η οποία δεν συνδέεται με παθολογική κατάσταση του εγκεφάλου, εμφανίζεται σε ψυχικώς υγιή άτομα και είναι από τη φύση της παροδική. Περαιτέρω, η επιβαλλόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της απόφασης πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας σύμφωνα με τα άρθρα 171 παρ. 2 και 333 ΚΠοινΔ από τον κατηγορούμενο ή από τον συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή στ ον αποκλεισμό ή στη μείωση της ικανότητας προς καταλογισμό ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής, εφόσον όμως αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο και όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά τα οποία είναι αναγκαία κατά την οικεία διάταξη για τη θεμελίωσή τους. Η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, γιατί σε διαφορετική περίπτωση ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ ΚΠοινΔ λόγος αναίρεσης για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (ΑΠ 507/2022, ΑΠ 1949/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

«…. αποδεικνύεται ότι ο κατηγορούμενος πάσχει από ψυχικές διαταραχές οφειλόμενες σε πολλαπλή χρήση ναρκωτικών ουσιών επί σειρά ετών, που οδηγούν σε διατάραξη των πνευματικών του λειτουργιών, με αποτέλεσμα όταν βρίσκεται υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών να μειώνεται σημαντικά, όχι όμως εντελώς, η ικανότητά του για καταλογισμό, όπως εν προκειμένω, κατά την τέλεση των ανωτέρω αξιόποινων πράξεων (βλ. πλήθος ιατρικών εγγράφων κα ιδίως την από 15.11.2016 ιατρική γνωμάτευση του νευρολόγου – ψυχιάτρου …….). Δηλαδή δεν αποδεικνύεται ότι κατά το χρόνο τέλεσης των κλοπών δεν είχε συνείδηση του αδίκου χαρακτήρα των πράξεών του και ότι δεν ενεργούσε σύμφωνα με την αντίληψή του για το άδικο αυτό, εξαιτίας της λήψης ναρκωτικών ουσιών. Αντιθέτως, αποδεικνύεται η τέλεση περισσότερων κλοπών μέσα σε λίγες ώρες (η μια μετά την άλλη), η ταχύτητα με την οποία έδρασε, πηγαίνοντας σε διαφορετικές περιοχές της πόλης της …., επιλέγοντας να εισέλθει σε καταστήματα από τα οποία πιθανολογούσε ότι θα μπορέσει να αφαιρέσει χρήματα, για να τα ιδιοποιηθεί παράνομα, κατά τα προαναφερθέντα, και η συνείδηση του αδίκου χαρακτήρα των πράξεών τους, καθώς όταν σήμανε συναγερμός του ….. Γυμνασίου, και κινητοποιήθηκαν οι Αστυνομικοί, εκείνος έτρεξε για να διαφύγει της σύλληψής του και χρειάστηκε να τον κυνηγήσουν μέχρι να τον συλλάβουν. Από τα ανωτέρω καταδεικνύεται ότι είχε επίγνωση των πράξεών του και έλεγχο του εαυτό του, πλην όμως περιορισμένο, εξαιτίας της χρήσης ναρκωτικών (χάπια vulbegal), όπως κατέθεσαν και οι μάρτυρες αστυνομικοί. Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ο αυτοτελής ισχυρισμός περί ανικανότητας προς καταλογισμό ως ουσιαστικά αβάσιμος (34 ΠΚ) και να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο αυτοτελής ισχυρισμός περί μειωμένης ικανότητας καταλογισμού (36ΠΚ) ….»