Οικογενειακό δίκαιο – Διατροφή και επικοινωνία τέκνου – ΜονΠρΚαβ 198/2017
Συνεκδίκαση αίτησης καταβολής προσωρινής διατροφής με αίτηση επικοινωνίας πατέρα με τη δύο ετών θυγατέρα του. Αίτημα αιτούσας μητέρας να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με τη θυγατέρα του. Το γραφείο μας εκπροσωπώντας τον πατέρα αντέτεινε ότι η επικοινωνία αποτελεί δικαίωμα και όχι υποχρέωση και ότι η άρνηση της μητέρας για διανυκτέρευση της θυγατέρας με τον πατέρα και τη γιαγιά της υπαγορεύτηκε από λόγους αντεκδίκησης. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ανήλικη είναι πλήρως εξοικειωμένη με την οικία της γιαγιάς (μητρός του εντολέως μας), όπου συνήθιζε να διανυκτερεύει κατά το παρελθόν, Πιθανολογήθηκε ότι η μητέρα θα παρεμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα κατά τη διανυκτέρευση στην οικία της γιαγιάς, όπου ο πατέρας διαμένει. Στο διατακτικό της απόφασης απειλήθηκε εναντίον της μητέρας χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση σε περίπτωση παρεμπόδισης της επικοινωνίας πατέρα με θυγατέρα.
Ακολουθεί απόσπασμα του νομικού σκέλους της απόφασης
«… Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1390 εδ. α΄, 1487 και 1489 παρ. 2 συνάγεται ότι η διατροφή των τέκνων αποτελεί υποχρέωση των γονέων και είναι ανάλογη προς τις δυνάμεις τους. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 1486 εδ. α΄ και 1493 ΑΚ προκύπτει ότι το ανήλικο τέκνο, και αν ακόμη έχει περιουσία, έχει δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του, εφόσον τα εισοδήματα της περιουσίας του ή το προϊόν της εργασίας του δεν αρκούν για τη διατροφή του, το μέτρο της οποίας προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του (τέκνου), όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του και επί πλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς κατά το άρθρο 1486 εδ. β΄ ΑΚ ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Συνεπώς, ο γονέας που ενάγεται για τη διατροφή ανήλιου τέκνου δύναται να αντιτάξει την, εκ της τελευταίας αυτής διατάξεως, περιοριστική της υποχρεώσεώς του, ένσταση της συνεισφοράς για τη διατροφή του τέκνου, μόνον όταν ενάγεται για καταβολή ολόκληρου του ποσού της διατροφής, ενώ ο ίδιος ισχυρισμός, όταν ενάγεται για την καταβολή τιμήματος της διατροφής του ανηλίκου, το οποίο (τμήμα) κατά την αγωγή είναι ανάλογο με τις οικονομικές του δυνατότητες, αποτελεί άρνηση αυτής (ΑΠ 1307/1999 ΕλλΔνη 2002. 728). ΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 1511 σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510 και 1512 έως 1514 ΑΚ προκύπτει ότι βασικό κριτήριο για την ανάθεση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων στον έναν από τους γονείς του είναι το συμφέρον του τέκνου. Το συμφέρον αυτό λαμβάνεται υπό ευρεία και γενική έννοια (σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό, ηθικό κ.λ.π.) και προς πρόσφορα για το ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις. Ακόμη, επιβάλλεται στο δικαστήριο για τη λήψη της απόφασής του ο σεβασμός της ισότητας μεταξύ των γονέων, χωρίς διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της φυλής, της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων ή της περιουσίας. Οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου, χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό δε ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός αν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς (ΑΠ 1319/2009 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Έτσι, για την ανάθεση της επιμέλειας του τέκνου, που κατά την ενδεικτική απαρίθμηση του άρθρου 1518 παρ. 1 ΑΚ περιλαμβάνει κάθε θέμα που συνάπτεται με την ανάπτυξη της σωματικής, πνευματικής και ψυχικής προσωπικότητας του τέκνου, λαμβάνεται υπόψη το συμφέρον αυτού, που καθορίζεται από ορισμένα κριτήρια, όπως η ηλικία, το φύλο του ανηλίκου, οι ειδικές ανάγκες του, οι προσωπικές ιδιότητες των γονέων, η επαγγελματική τους ενασχόληση, ο χρόνος που κάθε γονέας μπορεί να διαθέσει για την προσωπική επιμέλεια του παιδιού, σε συνδυασμό με τους δεσμούς του τέκνου με κάθε έναν από τους γονείς. Επίσης, πρέπει να επιδιώκεται, κατά το δυνατό, η εξασφάλιση της σταθερότητας, συνέχειας και ενότητας στις συνθήκες ανάπτυξης του ανηλίκου, γιατί φνε συνιστώνται αλλεπάλληλες μεταβολές, που επιφέρουν διαταραχή και δυσχέρεια προσαρμογής με επιβάρυνση στην ανάπτυξή του (ΑΠ 1218/2006 ΕλλΔικ 2006.1354, ΑΠ 561/2003 ΕλλΔικ 2004.1030, ΑΠ 1758/2002 ΕλλΔικ 2004.95, ΕφΑθ 2586/2005 ΕλλΔικ 2006.205, ΕφΠειρ 846/2004 ΕλλΔικ 2005.503). ΙΙΙ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1520 ΑΚ ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό και στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων του ανηλίκου ως προς την άσκηση του δικαιώματος αυτού, το δικαστήριο καθορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γίνεται η επικοινωνία. Το άκρως αυτό προσωπικό δικαίωμα του γονέα, απορρέει από τον φυσικό δεσμό του αίματος και του αισθήματος στοργής προς το τέκνο του, συντελεί δε στην ανάπτυξη του ψυχικού κόσμου του τελευταίου και της εν γένει προσωπικότητάς του και για το λόγο αυτό αποβλέπει κυρίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου (ΕφΘεσ 2322/1997 ΕλλΔικ 40.358) και πρέπει συνεπώς να ρυθμίζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε η πραγματοποίησή του να γίνεται κάτω από τους όρους που αποτελούν τις αναγκαίες προφυλάξεις για να εξουδετερωθεί ο τυχόν δυνάμενος να προέλθει από την επικοινωνία, κίνδυνος για το ανήλικο.
Επομένως, και το δικαστήριο, όταν ρυθμίζει την άσκηση της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο του, πρέπει πάντοτε να αποφασίζει, λαμβάνοντας υπόψη του τις προκύπτουσες συντρέχουσες συνθήκες και περιστάσεις, κάτω από τις οποίες θα ασκείται η προσωπική αυτή επικοινωνία στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 534/1991 ΕλλΔικ 321.1505, ΕφΘεσ 1560/2003 Αρμ 2003.1273, ΕφΑθ 2758/1998 ΕλλΔικ 39.1646), επιβάλλοντας, εφόσον είναι αναγκαίο για την προστασία του συμφέροντος του τέκνου, περιορισμούς στην άσκησή της, οι οποίοι μπορούν να αναφέρονται στον τρόπο και το χρόνο επικοινωνίας, την παρουσία τρίτων προσώπων κατά τη διάρκειά της ή ακόμη να συνίσταται στη λήψη μέτρων που διαμορφώνουν την επικοινωνία με ιδιαίτερο τρόπο λόγω ειδικών περιστάσεων. Ενόψει της αδυναμίας του νομοθέτη να καθορίσει εκ των προτέρων αντικειμενικά κριτήρια εξειδίκευσης της αόριστης νομικής έννοιας του “συμφέροντος” του τέκνου, προς τούτο παρέχεται η εξουσία στον Δικαστή να εξειδικεύει την έννοια αυτή σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, σταθμίζοντας και συνδυάζοντας τις εκάστοτε περιστάσεις (ΕφΘεσ 738/2009 Τράπεζα Νομικών Υπηρεσιών ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα μετά του ανηλίκου τέκνου, που πηγάζει ευθέως από την προδιαληφθείσα διάταξη (ΑΠ 162/1993 ΕλλΔνη 34.598), λειτουργεί μέσα στη φύση των οικογενειακών δικαιωμάτων, πλην, όμως αυτό δεν αποτελεί παράλληλα και καθήκον, όπως συμβαίνει με τη γονική μέριμνα και γι’ αυτό δεν υφίσταται νομική υποχρέωση να επικοινωνεί με το τέκνο του, εντεύθεν δε, δεν μπορεί να εξαναγκασθεί η επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του, με αγωγή στρεφόμενη εναντίον του. Από την ίδια διάταξη, συνάγεται περαιτέρω ότι ο γονέας, ο οποίος έχει την επιμέλεια του τέκνου του, δεν έχει το δικαίωμα και έτσι δε νομιμοποιείται ενεργητικώς να ζητήσει να ρυθμιστεί η επικοινωνία του τέκνου του αυτού με άλλο γονέα, ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια του και δε διαμένει με αυτό ούτε και με τους ανιόντες από τη μεριά του άλλου γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο. Επομένως, η αγωγή της μητέρας με την οποία διαμένει το τέκνο, με την οποία (αγωγή) αυτή ζητεί να ρυθμισθεί η προσωπική επικοινωνία του εναγομένου πατέρα του με αυτό, κατά τον τρόπο που ορίζεται σε αυτήν, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης (ΕφΘεσ 6763/2008 ΕλλΔνη 50.531, ΕφΑθ 7073/2003 ΕλλΔνη 45. 1693, ΕφΑθ 1609/1995 ΕλλΔνη 38. 1603, ΕφΑθ 3778/1993 ΕλλΔνη 35.440, Β. Βαθρακοκοίλη, Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, Β΄ έκδοση, Αθήνα 2000, άρθρο 1520, πλάγια αρίθμηση 29). ΙV. Τέλος, η έγγραφη συμφωνία των συζύγων στα πλαίσια εκδόσεως συναινετικού διαζυγίου για την επιμέλεια του τέκνου τους, κατά την κρατούσα γνώμη είναι ιδιόρρυθμη σύμβαση (βλ. Σκορίνη – Παπαρηγοπούλου σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλο, άρθρ. 1441, σελ. 475) περιορισμένης ή αλλιώς προσωρινής ισχύος μέχρι τη ρύθμιση των σχετικών θεμάτων με οριστική απόφαση ή με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (βλ. και ΜονΠρωτΝαξ 524/2014, Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).