Πολ.Πρ.Καβ. 16/2022: Κοινός τραπεζικός λογαριασμός. Ζητήματα εσωτερικής σχέσης συνδικαιούχων

Χρηματικό ποσό ανήκον σε έναν δικαιούχο – Άνοιγμα απ’ αυτόν κοινού τραπεζικού λογαριασμού με τρεις (σταδιακά) συνδικαιούχους – Δωρεά του χρηματικού ποσού από τον πραγματικό δικαιούχο κατ’ ισομοιρίαν στους άλλους δύο συνδικαιούχους -Παραβίαση εκ μέρους ενός εκ των δωρεοδόχων συνδικαιούχων της εσωτερικής συμφωνίας, με τους λοιπούς, περί αναλήψεως εξ ημισείας με τον έτερο δωρεοδόχο συνδικαιούχο του χρηματικού ποσού του κοινού λογαριασμού- Ανάληψη όλου του ποσού του κοινού λογαριασμού με μεταφορά σε ατομικό του λογαριασμό – Αγωγή του έτερου δωρεοδόχου συνδικαιούχου για απόδοση του ημίσεως του ποσού – Το Πολ.Πρ.Καβ. με τη 16/2022 απόφασή του δέχθηκε την αγωγή και υποχρεώνει τον αναλαβόντα όλο το ποσό του κοινού τραπεζικού λογαριασμού να αποδώσει το ήμισυ αυτού – Την υπόθεση αυτή χειρίστηκε το γραφείο μας.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΚΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
«Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 και 2 του Ν. 5638/1932 «περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν», όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το ΝΔ 951/1971 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 124 παρ. Δ’ περ. Α’ ΝΔ 118/1973, χρηματική κατάθεση σε ανοιχτό, διαζευτικό λογαριασμό επ ονόματι ενός ή περισσοτέρων από κοινού, είναι η κατάθεση, η οποία περιέχει τον όρο ότι από τον εν λόγω λογαριασμό μπορεί να κάνει χρήση, εν όλω ή εν μέρει, χωρίς την σύμπραξη των λοιπών, είτε ένας είτε μερικοί είτε και όλοι οι κατ’ ιδίαν δικαιούχοι, η χρηματική, δε, κατάθεση που γίνεται στον άνω λογαριασμό επιτρέπεται να ενεργείται και σε κοινό λογαριασμό με προθεσμία ή ταμιευτηρίου ύπο προειδοποίηση. Από τις διατάξεις αυτές, συνδυαζόμενες προς εκείνες των άρθρων 2 παρ. 1 ΝΔ 17.7/13.8 1923 «περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών», 411, 489, 490 , 491 και 493 ΑΚ, προκύπτει ότι σε περίπτωση χρηματικής κατάθεσης στο όνομα του ίδιου του καταθέτη και τρίτου ή τρίτων προσώπων σε κοινό λογαριασμό, ανεξαρτήτως του αν τα κατατεθέντα χρήματα άνηκαν σε όλους, υπέρ των οποίων έγινε η κατάθεση ή σε μερικούς από αυτούς, παράγεται μεταξύ του καταθέτη και του τρίτου αφενός και του δέκτη της κατάθεσης νομικού προσώπου (τράπεζας) αφετέρου ενεργητική εις ολόκληρον ενοχή, με αποτέλεσμα η ανάληψη των χρημάτων της κατάθεσης (είτε όλων είτε μέρους αυτών) από έναν από τους δικαιούχους να γίνεται εξ ίδιου δικαίου, αν, δε, αναληφθεί ολόκληρο το ποσό της χρηματικής κατάθεσης από εναν μόνο δικαιούχο, επέρχεται απόσβεση της απαίτησης καθ’ ολοκληρίαν έναντι του δέκτη της κατάθεσης και ως προς τον άλλον μη αναλαβόντα δικαιούχο, ο οποίος αποκτά, εκ του νόμου πλέον, απαίτηση (αναγωγικά) έναντι εκείνου που ανέλαβε ολόκληρη την κατάθεση για την καταβολή του ποσού ίσου προς το μερίδιο που του αναλογεί με τον βάση τον αριθμό όλων των συνδικαιούχων, εκτός αν από τη μεταξύ τους εσωτερική σχέση προκύπτει άλλη αναλογία ή δικαίωμα στο σύνολο του ποσού της κατάθεσης ή, αντίθετα, έλλειψη δικαιώματος αναγωγής από μέρους αυτού που δεν προέβη στην ανάληψη του ποσού. Εκείνος πάντως από τους δικαιούχους που απέσυρε τα χρήματα μιας τέτοιας καταθέσεως καθίσταται κύριος αυτών και δεν διαπράττει υπεξαίρεση σε βάρος των λοιπών και κατ’ επέκταση αδικοπραξία, γιατί τα χρήματα δεν είναι ξένα προς αυτόν που τα απέσυρε. Είναι αδιάφορο αν τα κατατεθέντα χρήματα ανήκουν σε όλους σε όλους ή σε μερικούς μόνο από τους δικαιούχους. Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 493 ΑΚ, που θεσπίζει μαχητό τεκμήριο, η ύπαρξη τέτοιας εσωτερικής σχέσης αποτέλει εξαίρεση, της οποίας το βάρος της επίκλησης και απόδειξης φέρει ο διάδικος που προβάλλει περιστατικά τα οποία θεμελειώνουν το εξαιρετικό αυτό δικαίωμα. Η αξίωση για συμμετοχή στο χρηματικό ποσό του κοινου λογαριασμού γίνεται αντικείμενο δίκης με την έγερση αγωγής, ανεξάρτητα αν ζητείται η πραγματική ή τεκμαρτή συμμετοχή. Σύμφωνα δε με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, ο ενάγων καταθέτης, στρεφόμενος αναγωγικά κατά του συνδικαιούχου του κοινού λογαριασμού που ανέλαβε ολόκληρο το χρηματικό ποσό ή μεγαλύτερο από το αναλογούν σ΄αυτόν το μερίδιο, απαλλάσσεται από το βάρος της απόδειξης για το μέγεθος της συμμετοχής του, κατά το ποσοστό που αυτό καλύπτεται από το νόμιμο μαχητό τεκμήριο. Αν όμως αιτείται μεγαλύτερο ποσοστό, βαρύνεται να αποδείξει την ύπαρξη και το περιεχόμενο της εσωτερικής σχέσης μεταξύ των συνδικαιούχων, που του παρέχει το δικαίωμα επί του μεγαλύτερου ποσοστού. Το δικαστήριο, αν δεν αποδεικνύεται ύπαρξη διαφορετικής συμφωνίας, το βάρος απόδειξης της οποίας έχει αυτός που την επικαλείται, μπορεί να καταδικάσει τον αναλάβοντα συνδικαιούχο στην καταβολή του τεκμαιρόμενου μεριδίου του ενάγοντος. Αναφορικά δε με τις σχέσεις μεταξύ των πολλών συνδικαιούχων του λογαριασμού, αυτές διέπονται από την εσωτερική μεταξύ τους σχέση που τους συνδέει, η οποία αποτελεί και τον λόγο για τον οποίο συνάπτεται η σύμβαση κατάθεσης σε κοινό λογαριασμό. Η σχέση μεταξύ των περισσοτέρων συνδικαιούχων του κοινού λογαριασμού μπορεί να είναι επαχθής ή χαριστική. Η εσωτερική σχέση είναι επαχθής, όταν οι συνδικαιούχοι συνδέονται μεταξύ τους με εταιρεία ή με σύμβαση δανείου ή εντολής, βάσει της οποίας ο εντολέας ορίζει άλλον ως συνδικαιούχο, αναθέτοντας του, απλώς προς διευκόλυνση του, να προβαίνει σε ορισμένες ενέργειες σχετικές με την κίνηση του λογαριασμού και τα χρήματα, τα οποία έχει καταθέσει σε αυτόν. Σε αυτήν την περίπτωση εφαρμόζονται οι περί εντολής διατάξεις ( άρθρο 713 επ. του ΑΚ) και ο εντολέας, εφόσον προβλέφθηκε ότι ο εντολοδόχος δεν θα πρόβαινε σε αναλήψεις χωρίς προηγούμενη συγκεκριμέμη εντολή του, έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τον αναλάβοντα την κατάθεση συνδικαιούχο του λογαριασμού ολόκληρο το ποσό του. Κατ’ αντιδιαστολή η εσωτερική σχέση είναι χαριστική αιτία, προκείμενου να επωφεληθεί ο συνδικαιούχος συνδεόνται με σύμβαση δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου. Όταν κατατίθεται σε κοινό λογαριασμό χρηματικό ποσό από χαριστική αιτία, προκείμενου να επωφεληθεί ο συνδικαιούχος του ενεργητικού υπολοίπου της κατάθεσης ακόμη και όταν προϋπόθεση της περιέλευσης της ωφελείας στον συνδικαιούχο είναι ο θάνατος του παρέχοντος, πρόκειται περί περί δωρέας στη ζωή, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του κύρους της εν λόγω δικαιοπραξίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 496 επ. ΑΚ, ήτοι συμφωνία των συνδικαιούχων χωρίς αντάλλαγμα και συμβολαιογραφικό έγγραφο, την έλλειψη του οποίου αναπληρώνει η κατάθεση των χρημάτων στον κοινό λογαριασμό, από τον οποίο τα αποσύρει στην συνέχεια ο δωρεοδόχος – συνδικαιούχος. Η εσωτερική σχέση μεταξύ των συνδικαιούχων καθορίζει και το ματαξύ τους δικαίωμα αναγωγής. Δικαίωμα υπάρχει κατά συνδικαιούχου του κοινού λογαριασμού, ο οποίος έλαβε ολόκληρο ή μέρος του υπόλοιπου της κατάθεσης μεγαλύτερο της αναλογίας που του αντιστοιχεί με βάση την εσωτερική σχέση. Στην περίπτωση, κατά την οποία, μεταξύ των συνδικαιούχων του κοινού λογαριασμού δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ιδιαίτερη εσωτερική σχέση αναφορικά με το δικαίωμα αναγωγής, πρέπει να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 493 ΑΚ, η οποία θεμελιώνει μία εκ του νόμου εσωτερική μεταξύ των συνδικαιούχων σχέση, ως εκ των έσω αντανάκλαση της ενεργητικής εις ολόκληρον ενοχής. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που η εσωτερική σχέση δεν προβλέπει τα μερίδια μεταξύ των συνδικαιούχων. Στις περιπτώσεις αυτές οι συνδικαιούχοι έχουν δικαίωμα σε ίσα μέρη (ΑΠ 1022/2019, ΑΠ 902/2019 δημ. ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 2032/2017, ΑΠ 1764/2017, ΑΠ 1128/2017, ΑΠ 946/2014, ΑΠ 1828/2014, ΑΠ 1001/2012, ΑΠ 1257/2010, ΑΠ 877/2008, ΑΠ 2058/2007, ΑΠ 380/2006, ΕφΠτρών 625/2021, ΕφΠατρών 614/2021, ΕφΠατρών 251/2021, ΕφΠατρών 211/2020, ΕφΠειρ 319/2020, ΕφΠειρ 172/2020, ΕφΛαρ 453/2015, ΕφΘες 1784/2013, ΕφΘεσ 2249/2013, δημ. Στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)».