Ποινικό Δίκαιο

Οι νομικές πληροφορίες των δικαστικών αποφάσεων παρατίθενται για λόγους επιστημονικού ενδιαφέροντος των επισκεπτών της ιστοσελίδας. Αφορούν νομικά ζητήματα που έχουν απασχολήσει τα δικαστήρια. Διευκρινίζεται ότι δεν αποτελούν νομική καθοδήγηση και δεν υποκαθιστούν την παροχή νομικών υπηρεσιών που παρέχει το γραφείο μας.
Δικηγορικό Γραφείο Καβάλα > Νομολογία  > Ποινικό Δίκαιο  > Ψευδής βεβαίωση, απόπειρα, ηθική αυτουργία, άμεση και απλή συνέργεια – ΤρΠλΚαβ 889/2009

Ψευδής βεβαίωση, απόπειρα, ηθική αυτουργία, άμεση και απλή συνέργεια – ΤρΠλΚαβ 889/2009

Το γραφείο μας υπερασπιζόμενο τον κατηγορούμενο αρνήθηκε τις κατηγορίες. Το Δικαστήριο κήρυξε τον κατηγορούμενο αθώο.

Ακολουθεί απόσπασμα του νομικού σκέλους της απόφασης

«…Κατά τη διάταξη του άρθρου 220 παρ. 1 του ΠΚ, «όποιος πετυχαίνει με εξαπάτηση να βεβαιωθεί σε δημόσιο έγγραφο αναληθώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, καθώς και όποιος χρησιμοποιεί τέτοια ψευδή βεβαίωση, για να εξαπατήσει άλλον σχετικά με το περιστατικό αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δύο ετών, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα από τις διατάξεις για ηθική αυτουργία». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση των εγκλημάτων της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως και της χρήσης απαιτείται: α) αναληθής βεβαίωση σε δημόσιο, κατά την έννοια των άρθρων 438 και 439 του ΚΠολΔ, έγγραφο, για περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, δηλαδή μπορεί να επιφέρει γένεση, αλλοίωση ή απώλεια δικαιώματος ή έννομης σχέσης, β) η αναληθής βεβαίωση να προκλήθηκε με οποιοδήποτε απατηλό μέσο διά του οποίου παρασύρθηκε ο υπάλληλος, έστω και από αμέλεια ή ευπιστία, στην παροχή βεβαίωσης και γ) δόλος του δράστη, ενέχων τη γνώση των στοιχείων της πράξης, δηλαδή ότι το βεβαιούμενο στο δημόσιο έγγραφο γεγονός είναι αναληθές και μπορεί να έχει τις συνέπειες αυτές είτε για τον εαυτό του είτε για άλλον τρίτο, αλλά και τη θέληση να προκαλέσει την αναληθή βεβαίωση ή να τη χρησιμοποιήσει με σκοπό να εξαπατήσει άλλον σχετικά με το αναληθώς βεβαιούμενο περιστατικό (ΑΠ 887/2008 Δημοσ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1 περ. α΄ του ΠΚ, με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται και όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να τελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας, η οποία έχει παρακολουθηματικό χαρακτήρα, απαιτούνται αντικειμενικώς μεν πρόκληση και παραγωγή στον άλλο της απόφασης για τη διάπραξη ορισμένου εγκλήματος, που μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο, όπως με προτροπές και παρακλήσεις, που έγιναν με πίεση, πειθώ ή φορτικότητα και διάπραξη από τον άλλον της πράξης αυτής, υποκειμενικώς δε δόλος, που συνίσταται στην ηθελημένη πρόκληση της απόφασης για τη διάπραξη από τον άλλο της αντικειμενικής υπόστασης ορισμένου εγκλήματος, με γνώση και θέληση των στοιχείων της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξης (ΑΠ 9/2008, Δημοσ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1055/2005, ΕλλΔνη 2005.1605). Εξάλλου, για την ύπαρξη απόπειρας εγκλήματος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 του ΠΚ, απαιτείται όπως ο δράστης επιχειρήσει πράξη η οποία περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτέλεσης αυτού, δηλαδή να προβεί σε ενέργεια, η οποία αποτελεί μέρος της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος και οδηγεί κατευθείαν στην πραγμάτωση αυτού ή τελεί προς αυτήν σε τέτοια αναγκαία σχέση συνάφειας, ώστε κατά την κοινή αντίληψη να θεωρείται σαν τμήμα αυτής, στην οποία αμέσως οδηγεί, αν δεν ήθελε ανακοπεί από οποιονδήποτε λόγο (ΑΠ 732/2006, Δημοσ. ΝΟΜΟΣ). Τέλος, κατά το άρθρο 47 παρ. 1 του ΠΚ, όποιος εκτός από την περίπτωση της παρ. 1 στοιχ. β΄ του προηγούμενου άρθρου παρέσχε με πρόθεση σε άλλον οποιαδήποτε συνδρομή πριν από την τέλεση ή κατά την τέλεση της άδικης πράξης που διέπραξε, τιμωρείται ως συνεργός με ποινή ελαττωμένη. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής απλή συνεργεία συνιστά οποιαδήποτε συνδρομή υλική ή ψυχική, θετική ή αποθετική, η οποία παρέχεται στον αυτουργό, χωρίς να είναι άμεση, εφόσον εκείνος που την παρέχει γνωρίζει ότι ο αυτουργός διαπράττει ορισμένο έγκλημα, ενώ υποκειμενικά απαιτείται δόλος του συνεργού, ο οποίος συνίσταται στη γνώση της τέλεσης από τον αυτουργό ορισμένης αξιόποινης πράξης και στη βούληση ή αποδοχή να συμβάλει με τη συνδρομή του στην πραγμάτωσή της. Η απλή συνεργεία μπορεί να παρασχεθεί στον αυτουργό της πράξης και με αρνητική συνδρομή που παρέχεται με παράλειψη, κατά την έννοια του άρθρου 15 του ΠΚ και που υπάρχει όταν ο συνεργός, παρόλο, ότι έχει από το νόμο ή από σύμβαση ή από προηγούμενη ενέργειά του ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να αποτρέψει την επέλευση του εγκληματικού αποτελέσματος, αν και μπορεί να παρεμποδίσει τούτο, ανέχεται ή δεν ενεργεί προς αποτροπή του (ΑΠ 471/2008, Δημοσι. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 174/2003, ΠοινΧρ ΝΓ΄ 920, ΑΠ 857/2000, ΠοινΧρ ΝΑ΄ 149). Με βάση τα παραπάνω, η απλή συνεργεία μπορεί να παρασχεθεί με ψυχική συνδρομή προς τον αυτουργό της κύριας πράξης, η οποία όμως δεν παρέχεται μόνο με την απλή παρουσία του απλού συνεργού στον τόπο τέλεσης του εγκλήματος ή μόνη τη γνώση της τέλεσης της κύριας πράξης. Για την ύπαρξη απλής συνεργείας απαιτείται εκτός της γνώσης και θέληση ή αποδοχή της τέλεσης της πράξης του αυτουργού. Ο απλός συνεργός πρέπει να συμβάλει στην τέλεση της κύριας πράξης ενθαρρύνοντας και ενισχύοντας τον αυτουργό να τελέσει την κύρια πράξη. Ο δράστης της απλής συνέργειας στη τέλεση ορισμένης αξιόποινης πράξης πρέπει να συμβάλλει λειτουργικά στην τελούμενη ή προς τέλεση της κύριας πράξης που τέλεσε ή θα τελέσει ο φυσικός αυτουργός. Η παραδοχή της άποψης πως υφίσταται απλή συνέργεια μόνο με την παρουσία του δράστη στον τόπο του εγκλήματος ή με τη γνώση της τέλεσης της εγκληματικής ενέργειας θα οδηγούσε σε επικίνδυνα και παράλογα αποτελέσματα (ΕφΘεσ1093/2008 δημ.ΝΟΜΟΣ). Περεταίρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 8 και 22 παρ.6 του ν.1599/1986, όποιος εν γνώσει του δηλώνει ψευδή γεγονότα ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθινά με έγγραφη υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 μηνών …Κατά τη σαφή έννοια των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση της αντικειμενικής υπόστασης του παραπάνω εγκλήματος απαιτείται: 1)  Δήλωση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, άρνηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων, τα οποία αφορούν τον δηλούντα κι έχουν άμεσες συνέπειες γι’ αυτόν, 2) η δήλωση αυτή να είναι συνταγμένη επί του προβλεπομένου ειδικού σφραγιστού χαρτιού και 3) να απευθύνεται, δηλαδή να υποβάλλεται σε αρχή ή υπηρεσία του δημοσίου τομέα. Ως αρχή δε, νοείται το όργανο του κράτους το οποίο ασκεί κατ’ ιδίαν αυτού ελεύθερη κρίση σε ορισμένο κύκλο κρατικής εξουσίας, προβλεπόμενη από τους οργανικούς αυτού νόμους (ΑΠ 1242/2005 ΠοινΛόγος 2005, 1168).