Ενοχικό Δίκαιο – Προσβολή της προσωπικότητας – ΜονΠρΚαβ. 445/2021
Το δικηγορικό μας γραφείο εκπροσωπώντας ιδιοκτήτη τουριστικού καταλύματος χειρίστηκε αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων προσωρινής ρύθμισης κατάστασης με αντικείμενο την προσωρινή παράλειψη πράξεων των αντιδίκων που προσβάλλουν την προσωπικότητά του. Το δικαστήριο πιθανολόγησε ότι οι αντίδικοι παρεκτρέπονται σε προσβλητική της προσωπικότητας του εντολέα μας συμπεριφορά, θίγοντας το δικαίωμά του για απόλαυση της καθαρής ατμόσφαιρας και του ήσυχου περιβάλλοντος στο οποίο κινείται και δραστηριοποιείται. Επιπλέον, ότι με τη συμπεριφορά τους παρεμποδίζουν τη λειτουργία της τουριστικής επιχείρησής του, προσβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο την ελεύθερη και υγιή επιχειρηματική της ανάπτυξη, τη φήμη της και την αξιοπιστία του ιδίου ως επαγγελματία, αφού από τις οχλήσεις (δυσοσμία, ηχορύπανση κ.α.) βλάπτονται και οι πελάτες του. Το δικαστήριο έκρινε λοιπόν ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση, προς αποτροπή του άνω κινδύνου για την προσωπικότητα του εντολέα μας, που καθιστά αναγκαία την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης με τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, δεδομένου και ότι η ανάγκη για προστασία της προσωπικότητας είναι διαρκής.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΚΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 682 παρ.1 εδ.α΄ ΚΠολΔ κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 683 έως 703 τα δικαστήρια, σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος, μπορουν να διατάζουν ασφαλιστικά μέτρα για την εξασφάλιση, ή διατήρηση ενός δικαιώματος ή της ρύθμισης μιας κατάστασης και να τα μεταρρυθμίζουν ή να τα ανακαλούν. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 682 επ. ΚΠολΔ συνάγεται, ότι τα ασφαλιστικά μέτρα αποτελούν παρεπόμενο της εκκρεμούς ή μέλλουσας να ανοιχθεί διαγνωστικής δίκης ως προς το επικαλούμενο ουσιαστικό δικαίωμα και αποβλέπουν στη διασφάλιση, διατήρηση ή προσωρινή ρύθμιση του τελευταίου, μέχρι να συντελεστεί δικαστικά η διάγνωσή του και, συνεπώς, στη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης. Έτσι προϋποθέσεις για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά τη διαδικασία των άρθρων 682-703 ΚΠολΔ είναι αφενός η ύπαρξη δικαιώματος και γενικότερα έννομης σχέσης του ουσιαστικού δικαίου και αφετέρου η συνδρομή επικείμενου ή επείγουσας περίπτωσης, εξαιτίας των οποίων επιβάλλεται για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης να ληφθούν τα κατάλληλα συντηρητικά ή ρυθμιστικά μέτρα προσωρινής προστασίας (η δεύτερη προϋπόθεση χαρακτηρίζεται και ως διαδικαστική προϋπόθεση σχετικά με το έννομο συμφέρον βλ.Κράνη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΚΠολΔ ΙΙ [2000], άρθρο 682, αριθ.1). Εξάλλου, η προσωρινή ρύθμιση κατάστασης δεν αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο με προκαθορισμένο περιεχόμενο, αλλά το πλαίσιο για τη λήψη πρόσφορων μέτρων (πρβλ.692 παρ.1 ΚΠολΔ), με τα οποία ορισμένη κατάσταση (283 ΚΠολΔ), που έχει διαμορφωθεί ή τείνει να διαμορφωθεί στις έννομες σχέσεις των διαδίκων, αντιμετωπίζεται προσωρινά, ωσότου κριθούν οριστικά οι έννομες σχέσεις τους, ως προς τις οποίες έχει ανακύψει έριδα και εφόσον υπάρχει άμεση και πιεστική ανάγκη (επείγουσα περίπτωση) να ενεργοποιηθούν ως τότε ή ανάλογα να αδρανοποιηθούν εν όλω ή εν μέρει για να αποφευχθεί η δημιουργία αμετάκλητων ή δυσβάστακτων συνεπειών ως προς το πιθανολογούμενο αποτέλεσμα της κύριας δίκης (Δημ.Κράνης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΚΠολΔ ΙΙ [2000], άρθρο 731, αρ.1, ΜΠΡοδ 148/2018 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 692 παρ.4 ΚΠολΔ, τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίστανται στην ικανοποίηση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση. Με τη διάταξη αυτή, η ρύθμιση της οποίας υπαγορεύεται από τη φύση της προσωρινής δικαστικής προστασίας, τίθεται απαγορευτικός κανόνας, δεσμευτικός για το δικαστήριο, κατά το οποίο τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίσταται σε ικανοποίηση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή η διατήρηση, γιατί δεν είναι επιτρεπτή η με ασφαλιστικά μέτρα δημιουργία αμετάκλητων καταστάσεων στις σχέσεις των διαδίκων, έτσι που να ματαιώνεται ο τελικός σκοπός της οριστικής δικαστικής προστασίας. Ο κανόνας αυτός έχει εφαρμογή και στο ασφαλιστικό μέτρο της προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης, το οποίο δεν διαφέρει κατά τον σκοπό του από τα άλλα ασφαλιστικά μέτρα, αφού και αυτό συνδέεται τελολογικά με κάποιο δικαίωμα, που πρέπει να προστατευθεί προσωρινά, για την αποτροπή δημιουργίας, έως τη περάτωση της κύριας διαγνωστικής δίκης, αμετάκλητων καταστάσεων, που θα μπορούσαν να ματαιώσουν τον πρακτικό σκοπό της δίκης αυτής (βλ.σχ. ΑΠ 75/2014 ΧρΙΔ 2014.448, ΜΠρΑθ 5801/2008 Δ33.1149, ΜΠρΘεσ 17800/2020 ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 10691/1998 ΝοΒ47.434, Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, 1985, σελ.58, Μπέη, ΠολΔικ άρθρα 693, σελ. 115-116/119-120, 121 επ.,129-130, 145-146, 682, σελ.33, Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ άρθρα692 αρ.9). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 57 Α.Κ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει το δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Με τη διάταξη αυτή προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρ.2 παρ.1 του Συντάγματος. Η προσωπικότητα αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου, με το οποίο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα, ήτοι αυτών που συγκροτούν τη σωματική, ψυχική και κοινωνική ατομικότητα του ανθρώπου. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις-εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, η προσβολή δε της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, τα σωματικά αγαθά (ζωή, υγεία, σωματική ακεραιότητα), τα ψυχικά αγαθά (ψυχική υγεία, συναισθηματικός κόσμος), η τιμή κάθε ανθρώπου που αντικατοπτρίζεται στην αντίληψη που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν, η ελευθερία για την ανάπτυξη της προσωπικότητας με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων είναι: α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή που της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης είτε ασκείται καταχρηστικά κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 παρ.3 του Συντάγματος και γ) για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (άρθρο 59 ΑΚ), απαιτείται και πταίσμα του προσβολέα (βλ.για τα ανωτέρω ΟλΑΠ 2/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 271/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 846/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 333/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1187/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1735/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 543/2009 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 261/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 167/2008 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 854/2002 ΕλλΔνη 44.1369, ΑΠ 788/2000 ΕλλΔνη 42.162, ΕφΘεσ 481/2010 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2750/2006 ΝοΒ 2006.1008). Στην έννοια του δικαιώματος επί της προσωπικότητας περιλαμβάνονται όλα τα άυλα αγαθά, τα οποία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με το πρόσωπο και ανήκουν σ’ αυτό, όπως είναι και η κοινωνική ατομικότητα του ανθρώπου. Από τα ανωτέρω απορρέει και το δικαίωμα χρήσης των κοινόχρηστων πραγμάτων (άρθρα 967, 968-970 ΑΚ), όπως είναι και ο ατμοσφαιρικός αέρας, που εντάσσονται στην ευρύτερη έννοια του περιβάλλοντος και συμπίπτουν σε ευρεία κλίμακα με τα σημαντικότερα περιβαλλοντικά αγαθά, συνιστώντας τόσο προϋπόθεση ζωής, όσο και στοιχεία για την εξασφάλιση ποιότητας ζωής. Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι η απόλαυση ενός ήρεμου περιβάλλοντος ελεύθερου από ρύπους είναι και αυτή μία έκφανση του δικαιώματος επί της προσωπικότητας. Προσβολή ως προς αυτή την πλευρά του όλου δικαιώματος μπορεί να προκαλείται και όταν διαταράσσεται η ωφέλεια από την απόλαυση του φυσικού περιβάλλοντος όσον αφορά την ατμόσφαιρα με την εκπομπή ρύπων όπως καπνού, αναθυμιάσεων αλλά και θορύβων (ηχορύπανση). Εάν η εκπομπή είναι τόσο ισχυρή ώστε να απειλεί και την υγεία των κοινωνών, τότε επέρχεται προσβολή και ως προς μία επιπλέον έκφανση του γενικού δικαιώματος της προσωπικότητας, εκείνης που αφορά το ειδικότερο δικαίωμα στην υγεία. Συνεπώς, το δικαίωμα χρήσης των κοινοχρήστων πραγμάτων αποτελεί αυτοτελή εκδήλωση του δικαιώματος της προσωπικότητας, όπως προσδιορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ (βλ. ΑΠ 43/2016 ΝΟΜΟΣΠ 43/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 718/2001 ΕλλΔνη 42.942, ΕφΔυτΜακ 112/2012 ΝΟΜΟΣ). Το δικαίωμα επί της προσωπικότητας προσδιορίζεται εννοιολογικά και με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ.1, 5 παρ.1, 2 και 5 και 24 παρ.1 του ισχύοντος Συντάγματος, ενώ η συμπεριφορά με την οποία διαταράσσεται από τρίτους στοιχείο περιβαλλοντικό κατά τέτοιο τρόπο, ώστε είτε να αλλοιώνεται ή να καταργείται η κοινή ωφέλεια που πηγάζει από τη χρήση του συγκεκριμένου πράγματος, είτε να καθίσταται αδύνατη η χρήση του στοιχείου αυτού, συνιστά παράνομη προσβολή κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 970 ΑΚ, όπως αυτές εμπλουτίζονται από το άρθρο 24 του Συντάγματος (βλ.Καράκωστα, Η προστασία των περιβαλλοντικών αγαθών μέσα από τη νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων, ΝοΒ 41.45). Επομένως, το δικαίωμα του ανθρώπου στη χρήση και την απόλαυση της ωφέλειας του ζωτικού χώρου του αποτελεί την ιδιωτικού δικαίου έκφανση της κατοχύρωσης από το άρθρο 24 παρ.1 του Συντάγματος, του κοινωνικού δικαιώματος στο περιβάλλον, που τριτενεργεί στις ιδιωτικές έννομες σχέσεις μέσω των διατάξεων των άρθρων 57 και 967 επ. ΑΚ (βλ.ΑΠ 43/2016 ΝΟΜΟΣ, Καράκωστα, Ένδικα μέσα προστασίας των περιβαλλοντικών αγαθών ΕΔΔΔ 19990.178, Δεληγιάννη, Η προστασία της προσωπικότητας κατά τον Αστικό Κώδικα από την άποψη των σχετικών συνταγματικών ρυθμίσεων, Δνη 38/389). Η με οποιοδήποτε τρόπο προσβολή στοιχείου ζωτικού χώρου του ανθρώπου συνιστά προσβολή θεμελιώδους συνταγματικού του δικαιώματος, της αξίας του προσώπου, την οποία δεν μπορεί να νομιμοποιήσει οποιαδήποτε κανονιστική διάταξη της κοινής νομοθεσίας, αφού μια τέτοια διάταξη θα είναι αντισυνταγματική και παράνομη (ΟλΑΠ 40/1998 ΕλλΔνη 40.46). Η αξίωση που απορρέει από την προσβολή του πιο πάνω δικαιώματος συνίσταται, εκτός των άλλων στην άρση της τελευταίας και την παράλειψή της στο μέλλον, εφόσον υπάρχει βάσιμη απειλή επικείμενης προσβολής (προληπτική αξίωση για παράλειψη). Για την άσκηση των παραπάνω αξιώσεων νομιμοποιείται ο χρήστης του συγκεκριμένου πράγματος ή το πρόσωπο (ως προς τα σωματικά ή ψυχικά αγαθά) που υπέστη την προσβολή, ο οποίος στην πρώτη περίπτωση θα πρέπει να βρίσκεται σε ορισμένη τοπική σχέση με το αντίστοιχο περιβαλλοντικό αγαθό (βλ. ΑΠ 43/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ57/2020 ΝΟΜΟΣ, Εφ.ΔυτΜακ 112/20212 Καράκωστ, Η προστασία των περιβαλλοντικών αγαθών κλπ., ΝοΒ 41.45). Περαιτέρω, από το άρθρο 5 παρ.1 Συντάγματος ορίζεται ότι ο κάθε ένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά τους και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. Η διάταξη προστατεύει, εκτός των άλλων και την οικονομική ελευθερία, εφόσον βέβαια με αυτήν δεν προσβάλλονται τα δικαιώματα των άλλων, δεν παραβιάζεται το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. Έτσι, η επιχειρηματική δραστηριότητα, ως οικονομική ελευθερία, πρέπει να ασκείται σε καθαρό και υγιές περιβάλλον. Για το λόγο αυτό το σύγχρονο κράτος υποβάλλει σειρά επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε προηγούμενη λήψη άδειας και σε έλεγχο τήρησης των όρων της. Η υποβολή της άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε προηγούμενη άδεια της διοίκησης αποτελεί εκδήλωση της εγγυητικής λειτουργίας του κράτους και βέβαια δεν αποκλείει τη δικαστική εξέταση της προσβολής της προσωπικότητας από την άσκηση της οικονομικής ελευθερίας (ΑΠ 43/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 57/2020 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, συντρεχουσών των προϋποθέσεων του άρθρου 682 ΚΠολΔ, μπορεί να ζητηθεί από τον ενδιαφερόμενο, όπως το Δικαστήριο διατάξει ασφαλιστικά μέτρα και δη τα απαιτούμενα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 731-732 του ΚΠολΔ, προς προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, μεταξύ των οποίων, προεχόντως, την προσωρινή παράλειψη των πράξεων που προσβάλλουν τις κατά τα άνω εκφάνσεις της προσωπικότητας του αιτούντος (Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, ΑΚ, υπ’ άρθρο 57, αρ.22), χωρίς μάλιστα στην περίπτωση αυτή να θίγεται η διάταξη του άρθρου 692 παρ.4 του ΚΠολΔ, που υπαγορεύει την ικανοποίηση του δικαιώματος με τη λήψη του ασφαλιστικού μέτρου, δεδομένου ότι επί ρύθμισης διαρκών (συμβατικών ή νόμιμων) ενοχών για παροχή ή παράλειψη (τέτοια είναι και η υποχρέωση παράλειψης προσβολής της προσωπικότητας) είναι συνήθως δυνατή η προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, χωρίς αυτό να συνιστά ολοκληρωτική ικανοποίηση του αντίστοιχου δικαιώματος, καθόσον πρόκειται για ρύθμιση προς το σκοπό θέσης σε λειτουργία διαρκούς έννομης κατάστασης, όπως η προστασία της προσωπικότητας, ώσπου να εκδοθεί η τελεσίδικη ή οριστική δικαστική απόφαση στο πλαίσιο της κύριας δίκης, και η ρύθμισης αυτή δεν είναι προσωρινή και κατά την έννοια αυτή υπολείπεται χρονικά της οριστικής δικαστικής προστασίας (πρβλ. ΑΠ 75/2014 ΧρΙΔ 2014.448, ΜΠρΘεσ 19938/2006 Αρμ 2006.1076, ΜΠΘεσ 12162/1993 Αρμ 1994.182, ΜΠρΑθ1347/1989 Δ1989.319, ΜΠρΑθ 15611/1989 Δ1990.874, ΜΠρΑθ 16255/1989 ΕλλΔνη 1990.1546, Κ. Μπέη, ΠολΔικ V, σελ. 776, 834, βλ.περιπτωσιολογία σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (Κράνης), ΕρμΚΠολΔ 2000, άρθρα 731-732 αρ.5), ενώ η συνδρομή της κατεπείγουσας περίπτωσης και του επικείμενου κινδύνου θεωρείται υφιστάμενη διαρκώς στην περίπτωση παρεμπόδισης της χρήσης του απολύτου δικαιώματος επί της ιδίας προσωπικότητας, γιατί η αντίστοιχη ανάγκη χρήσης του είναι διαρκής (πρβλ. ΜΠρΛαρ 3867/2005 Δικογραφία 2005.557, ΜΠΘεσ 9069/2005 ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘεσ 16242/2003 Αρμ2005.1202, ΜΠρΠάτρ 3421/2000 Περιβ.Δικ. 1/2001. 88). Ωστόσο, και σ’ αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να ελέγχεται αν τα ζητούμενα ασφαλιστικά μέτρα οδηγούν τελικά σε ικανοποίηση του ασφαλιστέου δικαιώματος, αποτέλεσμα που υπάρχει όταν προκαλούν μόνιμες συνέπειες που ματαιώνουν τον πρακτικό σκοπό της κύριας δίκης, λύνοντας στην ουσία οριστικά τη διαφορά, δηλαδή συνέπειες που συνιστούν πλήρη ικανοποίηση του ασφαλιστέου δικαιώματος και οι οποίες δεν μπορούν να ανατραπούν αν υπάρξει αντίθετη οριστική κρίση, είτε η ανατροπή τους απαιτεί σημαντικές δαπάνες και ιδιαίτερες ενέργειες ή και την (αβέβαιη) σύμπραξη του αντιδίκου (βλ.ΜΠρΒολ 2785/2003 ΝΟΜΟΣ, Δημ. Κράνης, Λειτουργικές δομές ασφαλιστικών μέτρων, Δ. 2003.679 επ. ιδίως σελ. 682-3). Συνεπώς η γραμματική διατύπωση του άρθρου 692 παρ.4 ΚΠολΔ δεν ακριβολογεί, αλλά έχει το περιορισμένο νόημα ότι απαγορεύεται η διαμέσου αυτής της προσωρινής θέσης σε λειτουργία της εριζόμενης έννομης σχέσης δημιουργία αμετάκλητων καταστάσεων, μη δεκτικών ανατροπής, αν στην επακολουθούσα κύρια διαγνωστική δίκη δεν δικαιωθεί ο διάδικος υπέρ του οποίου λήφθηκε το ασφαλιστικό μέτρο (ΜΠρΒολ 2785/2003 ΝΟΜΟΣ, Μπέης Κ., Η σύγχρονη προβληματική της προσωρινής δικαστικής προστασίας, Δ 2003.735 επ. ιδίως σελ.740, Βαθρακοκοίλη Β. ΚΠολΔ τόμος Δ΄, υπό άρθρο 731, παρ.4, σελ.304).